απαγορευτική αρχή

απαγορευτική αρχή
(αρχή του αποκλεισμού). H α.α. διατυπώθηκε το 1925 από τον ΒόλφγκανγκΠάουλι και δηλώνει το αδύνατον της συνύπαρξης σε ένα άτομο δύο ηλεκτρονίων τα οποία χαρακτηρίζονται από τους ίδιους ακριβώς κβαντικούς αριθμούς. Η διατύπωση της αρχής αυτής είχε εξαιρετικά σημαντικές θεωρητικές συνέπειες, επειδή έδωσε τη δυνατότητα να εκφραστεί με απλό τρόπο η ηλεκτρονική διάταξη των ατόμων των διαφόρων στοιχείων και να συμπεραίνονται από αυτήν οι ιδιότητές τους, διευκρινίζοντας ακόμα περισσότερο τη σημασία του περιοδικού συστήματος των στοιχείων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • άτομο — Στοιχείο της φύσης που η επισήμανσή του σχετίζεται με την ιδέα του αδιαίρετου της ύλης. Ά. είναι το μικρότερο μέρος ενός στοιχείου, το οποίο διατηρεί τις ιδιότητές του και μένει αμετάβλητο στις συνήθεις χημικές αντιδράσεις. Ετυμολογικά ο όρος ά.… …   Dictionary of Greek

  • δεσμός, χημικός — Το σύνολο των δυνάμεων που δρουν μεταξύ των ατόμων και έχουν ως αποτέλεσμα τον σχηματισμό διατάξεων που μπορούν να θεωρηθούν καθορισμένα μοριακά είδη. Για τη δημιουργία του χ.δ. μετέχουν τα περιφερειακά ηλεκτρόνια των ατόμων, γι’ αυτό και ο τύπος …   Dictionary of Greek

  • ζώνη — Λωρίδα από ύφασμα, δέρμα, μέταλλο ή άλλο εύκαμπτο υλικό, που χρησιμεύει για να συγκρατεί στη μέση τα ενδύματα. Οι ζ., οι οποίες χρονολογούνται από την εποχή του χαλκού, ήταν ασφαλώς ένα από τα πρώτα στοιχεία ενδυμασίας που επινόησαν οι άνθρωποι.… …   Dictionary of Greek

  • σπιν — (spin). Διεθνής όρος προερχόμενος από την αγγλική, που σημαίνει «ιδιοστροφορμή». Στην ατομική φυσική είναι το μέτρο της ίδιας γωνιακής ροπής κάθε στοιχειώδους σωματίδιου, η οποία οφείλεται στην περιστροφική κίνηση του σωματιδίου γύρω από τον… …   Dictionary of Greek

  • Πάουλι, Βόλφγκανγκ — (Pauli, Wolfgang, Βιέννη 1900 – Ζυρίχη 1958). Αυστριακός θεωρητικός φυσικός. Υπήρξε μαθητής των Σόμερφελντ, Μπορ και Μπορν. Σε πολύ νεαρή ηλικία, έγραψε μια έκθεση της θεωρίας της σχετικότητας, η οποία έμεινε κλασική (1921). Στα επόμενα χρόνια… …   Dictionary of Greek

  • νετρίνο — Στοιχειώδες σωματίδιο με μηδενικό φορτίο και μάζα. Ανήκουν στην κατηγορία των λεπτονίων μαζί με το ηλεκτρόνιο, το μιόνιο, το σωματίδιο τ και αντισωμάτια αυτών. Τα ν. ανήκουν επίσης σε μια ευρύτερη ομάδα, αυτή των φερμιονίων τα οποία υπακούουν στη …   Dictionary of Greek

  • φερμιόνιο — το, Ν φυσ. χαρακτηρισμός καθενός κβαντονίου με ημιπεριττό σπιν, που υπακούει στην απαγορευτική αρχή τού Πάουλι και περιγράφεται από τους νόμους τής κβαντικής στατιστικής Φέρμι Ντιράκ, ιδιότητα στην οποία οφείλει και την ονομασία του. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

  • ευστάθεια του πυρήνα — Κατάσταση του ατομικού πυρήνα που εξαρτάται από το έλλειμμα μάζας και εκφράζεται με τον λόγο μεταξύ του αριθμού των νετρονίων και του αριθμού των πρωτονίων που υπάρχουν σε αυτόν. Σε ένα διάγραμμα των πυρήνων όπου ο αριθμός των πρωτονίων Ζ (ή… …   Dictionary of Greek

  • Μπόζε, Ζαγκαντίς Σάντρα — (Καλκούτα 1858 – Γκιριντίχ, Βεγγάλη 1937). Ινδός φυσικός και φυσιολόγος. Σπούδασε στο Σεντ Ξαβιέ Κόλετζ της Καλκούτας και στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, όπου ανακηρύχτηκε υφηγητής το 1896. Ανέπτυξε την ερευνητική δραστηριότητά του ως καθηγητής… …   Dictionary of Greek

  • Μπόουζ, Σατιεντράναθ — (Satyendranath Bose, Καλκούτα 1894 – 1974). Ινδός φυσικός, Αποφοίτησε με μεταπτυχιακό τίτλο από το Προεδρικό Κολέγιο της Καλκούτα και αρχικά δίδαξε στο Κολέγιο Επιστημών του Πανεπιστημίου της Καλκούτα, από το 1916 έως το 1921. Το 1921 εντάχθηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”